Στην περίοδο του Μεσαίωνα, ο όρος auctor σήμαινε τον δράστη μιας ενέργειας και ειδικότερα τον συγγραφέα. Και επειδή ο όρος συγγένευε ετυμολογικά με τα λατινικά ρήματα agere (=πράττω), augere (=αυξάνω), auieo (=δένω) και με την ελληνική λέξη αυθεντία, ο auctor ήταν αυτός που έπραττε τη συγγραφή, δίνοντας τη δυνατότητα ύπαρξης σε κάτι, κάνοντάς το να αυξηθεί, δένοντας με τη μαεστρία του την πλοκή μιας ιστορίας ή τους στίχους που συνέθετε με μετρικές φόρμες. Στο λόγιο περιβάλλον, ο όρος auctor δήλωνε κάποιον που ήταν συγγραφέας, συνεπώς έπρεπε να διαβάζεται, και ταυτοχρόνως αυθεντία, έπρεπε δηλαδή να καθίσταται πιστευτός και αξιοσέβαστος.